Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2018

Ο συγγραφέας δεν είμαι.



Σε ένα σενάριο που το τέλος δε ξέρω
η ζωή μου γράφεται.
Ο συγγραφέας δεν είμαι ωστόσο.
Και την πένα μου κρατάνε
κλειδωμένη σε ένα κουτί.
Προσμένω τη μέρα
που θα βρω το κλειδί
να ανοίξω αυτό το κουτί,
πριν προλάβει
ο τίτλος του τέλους να γραφτεί.

Σοφία Τανακίδου
13/12/18

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018

Αναμνήσεις των Χριστουγέννων

Αναμνήσεις των Χριστουγέννων.

Χριστούγεννα.
Κατηφορίζω τους άδειους δρόμους, έχει παγωνιά, κουμπώνω καλά το μπουφάν μου και αμέσως αναρίθμητες ερωτήσεις πλημμυρίζουν μέσα μου.
 Άραγε πόσοι να 'ναι αυτοί που παγώνουν δίχως να έχουν τίποτα να φορέσουν;
Κοιτώ στα φωτισμένα μαγαζιά και αναρωτιέμαι, πόσα παιδιά δεν έχουν δει ποτέ στη ζωή τους παιχνίδι!
Παρακαλώ τότε στο όνομα του νεογέννητου να με αφήσει να κουβαλήσω εγώ τη δυστυχία του κόσμου για να υπάρχει μόνο ένας άνθρωπος δυστυχισμένος, τουλάχιστον για αυτή μόνο τη νύχτα.
 Ξαφνικά στην ερημιά του δρόμου ακούω βήματα, είναι κάποιος γνωστός μου που κάνει όμως πως δεν με προσέχει.
Είμαι τόσο ασήμαντη άραγε;
Τον χαιρετώ.
Εδώ και 17 χρόνια έμαθα πως εγώ θα πρέπει πρώτα να πλησιάζω τους ανθρώπους, εγώ πρώτη να δίνω, ακόμα και αν ξέρω πως ποτέ δεν θα πάρω, ακόμη και αν ξέρω πως θα μου κλέψουν και αυτό που δεν πρόλαβα να δώσω.
Εκείνος μου χαμογελά νιώθει νικητής γιατί με τον τρόπο μου του απόδειξα πως δεν είναι ασήμαντος, πως είναι κάτι, δεν με γνωρίζει καλά όμως, όσο κι αν τον ξέρω εγώ, δεν ξέρει πως εγώ μπορώ να χαιρετήσω ακόμα και μία πέτρα αν μου φανεί γνωστή.
Είναι και αυτός κάποιος από τους πολλούς που μου ανακοίνωνε πριν λίγο καιρό πως ήξερε να δίνει, να δίνει τρυφερότητα, να δίνει αγάπη. 
Του χαμογέλασα δίχως καμία πρόφαση να του υπενθυμίσω τη μικρότητα του, γιατί αλίμονο το μόνο που δεν ήξερε ήταν αυτό ακριβώς... να δίνει.
Όμως είναι Χριστούγεννα και όταν τα παιδιά του τρίτου κόσμου που καθημερινά πεθαίνουν, με συγχωρούν που ακόμα ζω, θα ήταν ανοησία να κρατήσω κακία σε έναν άνθρωπο που δεν έμαθε ποτέ να δίνει.
Ποιος να του μάθει εξάλλου;
Έχουμε όμως και άλλα κοινά, προχωράμε και έχουμε τα χέρια μας στις τσέπες μας.
Μιλάμε.
Μιλάμε, γιατί δεν έχουμε τίποτα να πούμε και φοβόμαστε μη σωπάσουμε.
Γιατί αν σωπάσουμε κάτι θα πρέπει να βρούμε να πούμε.
Έχουμε και τον ίδιο προορισμό, τους ίδιους φίλους, το ίδιο στέκι, μόνο που αυτός χρειάζεται τους φίλους του για να διασκεδάσει, εγώ τους χρειάζομαι για να τους ρωτήσω γιατί διασκεδάζουν.
Κάποια στιγμή χωρίζουμε, δεν λέμε αντίο, δεν λέμε ποτέ αντίο, γιατί ποτέ δεν είμαστε χώρια.
Πως μπορούν δύο ξένοι να είναι χώρια; 
Δύο άνθρωποι που δεν συναντήθηκαν ποτέ;

Οι φίλοι μου διασκέδαζαν όπως το περίμενα.
Άραγε σκέφτηκαν ποτέ πως υπάρχει κάπου ένα παιδί που δεν διασκέδασε ποτέ, που δεν χαμογέλασε ποτέ που δεν είδε τίποτα το αστείο, ούτε πρόλαβε καν να γελάσει;
Εγκατέλειψα τους φίλους μου γρήγορα χωρίς να τους ρωτήσω τίποτα, θα ήταν μάταιο.
Το παιδί που συνάντησα στο δρόμο με κοίταξε θλιμμένα, είχα μέσα μου μία ακαθόριστη ελπίδα πως θα με ακολουθούσε και θα δεχόμουν για δεύτερη φορά εγώ να του μιλήσω πρώτη, εγώ να του χαμογελάσω, ακόμα και να απλώσω το χέρι μου στο δικό του και ας ήξερα πως ακόμα και αν μου το άπλωνε και εκείνος, δεν θα έχει τίποτα να μου δώσει.
Εγώ θα έκανα μία προσπάθεια να του μάθω να δίνει.
Μα δεν με ακολούθησε κι ένιωσα οίκτο για κείνον και πίκρα για μένα γιατί ακόμα και τη νύχτα των Χριστουγέννων θα ήμουνα μόνη. Τουλάχιστον όμως εγώ το ήξερα, υπήρχαν άνθρωποι που δεν κατάλαβαν πόσο μόνοι ήταν τυλιγμένοι στη μάσκα της ευδιαθεσίας τους.
   
Πριν κοιμηθώ στάθηκα να κοιτώ από το παράθυρο έψαχνα να βρω το άστρο των Χριστουγέννων μάταια όμως δεν υπήρχε.
Μόνο ένα μικρό άστρο φώτιζε αδύναμα. 
Ένα μικρό άστρο!
Η ψυχή μου γέμισε αναμνήσεις.
Κάποτε μου το είχαν χαρίσει.
Ήταν η πρώτη φορά στη διάρκεια 17 χρονών που κάποιος προσφέρθηκε να μου χαρίσει ένα αστέρι, ήταν όμως μοιραίο να μου το χαρίσει ένας άνθρωπος που δεν έμαθε ποτέ να δίνει πραγματικά και έτσι το πήρε πίσω το δώρο του χωρίς καμία προειδοποίηση.
Με έπιασαν ξαφνικά τα κλάματα.
Είναι γελοίο! 
Δεν είχα λόγο να κλάψω. 
Για αυτό έκλαψα όμως! 
Είναι κουραστικό μία ολόκληρη ζωή να μην έχεις προβλήματα και να ασχολείσαι με τα προβλήματα των άλλων.
 
Έμεινα αρκετή ώρα στο παράθυρο, 
μπορεί ο θάνατος που τόσο λάτρευα να αντιλαμβανόταν την παρουσία μου και να έκλεινε τέλος πάντων αυτά τα απροβλημάτιστα μάτια για να μην έχουν άλλο φως μέσα τους να κοιτάζουν και να ψάχνουν για λίγη πρόσκαιρη ευτυχία.
Μα ούτε ο θάνατος με πρόσεξε! 
Είμαι τόσο ασήμαντη άραγε; 
Κάποιο πουλί μόνο πέταξε έξω από το παράθυρό μου.
Προφασίστηκε πώς ήταν η ευτυχία και με κορόιδεψε φεύγοντας βιαστικά μακριά μου.

   Το ρολόι χτύπησε κάποια στιγμή μεσάνυχτα ήμουν ακόμα ξύπνια με την καρδιά γεμάτη από αναρίθμητα τίποτα.
Και τότε σαν κάτι να αναζωογονήθηκε  μέσα μου και άξαφνα ένιωσα  σαν να κουβαλώ μες στο ασθενικό κορμί μου, όλο τον πόνο, όλη τη δυστυχία, όλη τη μοναξιά του κόσμου.
Άνοιξα το παράθυρο  και ένιωσα την ανάγκη να φωνάξω πως το θαύμα είχε γίνει και πως εγώ ένα ξύλινο τίποτα, ήμουν ο μόνος δυστυχισμένος άνθρωπος των Χριστουγέννων.
Και τότε τον είδα. Ήταν εκείνο το παιδί.
Διαγραφόταν μέσα στο μαύρο της νύχτας, δεν είχε πια τα χέρια στις τσέπες.
Θυμήθηκα τα λόγια του και του ψιθύρισα, «Είμαι περήφανη για σένα».
Τότε το μικρό άστρο που μου είχε κάποτε χαρίσει φώτισε το όμορφο νεανικό πρόσωπο του και μόνο τότε ανακάλυψα πως ήταν το ίδιο άστρο. 
Ήταν το άστρο των Χριστουγέννων το άστρο μου!
 
Εκείνη τη νύχτα κοιμήθηκα για πρώτη φορά ύστερα από 17 ολόκληρα χρόνια
επιτέλους ευτυχισμένη.

Μα ήρθε το ξημέρωμα.
Ξύπνησα και είδα το μικρό αστεράκι μου ματωμένο σε μία άκρη του χριστουγεννιάτικου δέντρου που άρχιζε να μαραίνεται και σαν αστραπή έφτασε η είδηση για εκείνα τα παιδιά που μέσα στα μάτια τους που είχαν σβήσει, δεν ήταν δυνατό να δεις τίποτα άλλο από δάκρυα.
Και εκείνο το παιδί καλύτερα να μην είχα μάτια να δω πως τα χέρια του ήταν ακόμα φυλακισμένα σε δύο τσέπες ενός εφιαλτικά μαύρου μπουφάν. Ανίκανα να απλωθούν, ανίκανα να ζεστάνουν, ανίκανα να δώσουν.

 Αναμνήσεις των Χριστουγέννων.
Παρόλα αυτά, εγώ θα εξακολουθώ να έχω αναμνήσεις, γιατί εγώ μπορώ να κάνω όνειρα, και αν μου τα συντρίψουν θα εξακολουθώ να έχω αναμνήσεις, γιατί όλα αυτά μπορώ να τα πλάσω με τη φαντασία μου, γιατί εγώ έχω χέρια να τις γράψω.
 Τι αναμνήσεις όμως να έχει ένα παιδί που όχι μόνο δεν βρήκε χέρι για να γράψει, όχι μόνο δεν αγαπήθηκε ποτέ, αλλά ακόμα δεν βρήκε αιτία να χαμογελάσει, δεν βρήκε ποτέ ένα παιχνίδι να παίξει, δεν πρόλαβε να κοιμηθεί μία νύχτα ευτυχισμένο.
Κάποια παιδιά δεν ξέρουν τι θα πει όνειρο.
Κάποια παιδιά δεν έχουν ακούσει τη λέξη ευτυχία, δεν άκουσαν να μιλούν για αγάπη. Κάποια παιδιά δεν κατάλαβαν ακόμα τι σημαίνει έχω αναμνήσεις.
Κοιτούν τα άστρα, τα κοιτούν μα δεν τα βλέπουν, γιατί τα μάτια τους είναι θολά.
Γιατί σε αυτά τα παιδιά κανείς δεν βρέθηκε να χαρίσει άστρα ούτε καν για να τους τα πάρει πίσω;
Ίσως γιατί ακόμα κανείς δεν τα πρόσεξε!
Είναι τόσο ασήμαντα σαν και μένα άραγε;
 
Σε ευχαριστώ λοιπόν άνθρωπε για το άστρο που μου χάρισες.
Έστω και για λίγο μου έδωσες την προσοχή σου.
Ας μπορούσα να χαρίσω και εγώ ένα άστρο σε εκείνα τα παιδιά. Ας μπορούσα!!
Μα δεν βρίσκω άστρα τα μάτια μου είναι θολά..

Εις μνήμην...

Ένα κορίτσι δε θα μεγαλώσει άλλο.
Δε θα είναι παρών στην αποφοίτηση της.
Στα βράχια της ακτής
τα κοχύλια θα κρατήσουν ζωντανό για λίγο το ζεστό αίμα της.
Κι ύστερα..μόνο μέσα σε τέσσερα μάτια θα σταλάζει στο δάκρυ τους.
Κι ύστερα.. μέσα σε δύο αγκαλιές άδειες θα ψάχνει καταφύγιο η ψυχή της.
Αυτό που όσοι της το στέρησαν
δε θα βρουν ποτέ
Γιατί μπορεί να πληρώσεις για να πέσεις
στα "μαλακά"
η ψυχή όμως η στείρα
δε βρίσκει καταφύγιο πουθενά..

Σοφία Τανακίδου

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2018

ΟΧΙ



Τι είναι το "όχι";
Λέξη τυχαία;
Σαν την ακούς
τι σου ξυπνάει;
Όποιος την λέει
τι εννοεί;
Αν δεν το μάθεις.
Αν δεν το ξέρεις.
Άνθρωπος είσαι ασθενής.
Δίχως συναίσθημα.
Δίχως καρδιά.
Ακούς μόνο
το δικό σου εγώ.
Όταν ποτέ σου δεν εκτιμάς
και το "όχι" του άλλου
στα βράχια πετάς,
δε σου αξίζει το δώρο ζωής
όταν εσύ το στερείς.

Σοφία Τανακίδου
5/12/18

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2018

Δε μ' αγγίζει κανείς



Είναι η πρώτη φορά που η βροχή
την δική μου δεν μουσκεύει ψυχή.
Κι ο χειμώνας που ήρθε γοργός
δεν παγώνει την καρδιά μου εντός.
Σε ένα σύννεφο έχω κρυφτεί,
πιο ψηλά δεν υπάρχει
από κει.
Δε μ' αγγίζει κανείς.
Μην προσπαθείς.
Δε μ' αγγίζει κανείς.

Σοφία Τανακίδου
3/12/18

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

Η μνήμη της καρδιάς



Κι αν ποτέ δε ξανασυναντηθούν
οι δρόμοι μας,
οι ανηφόρες που διανύσαμε μαζί
και οι γέφυρες που φτιάξαμε
κομμάτι κομμάτι,
πάντα θα μας ενώνουν.
Ότι χτίζεται
από αγάπη
δε γκρεμίζεται
στο χρόνο.
Η μνήμη της καρδιάς
το καλύτερο οχυρό.

Σοφία Τανακίδου
2/12/18

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

Οι φλεβες των λέξεων



Στις φλέβες μου κυλάνε μόνο λέξεις.
Όχι πια αίμα.
Στα ακροδάχτυλα στάζουν.
Δε διστάζουν.
Σκληροί στρατηγοί
με διατάζουν,
δίχως ίχνος στοργής
να αδειάζω,
χωρίς λογική
σ' αυτό το χαρτί λέξεις
.... αιμορραγώ λέξεις.

Σοφία Τανακίδου

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Εδώ και χρόνια.



Περασμένες δύο ..
Άκουσε την πόρτα που άνοιξε και έκλεισε με δύναμη
Βήματα βαριά χωρίς συνοχή στον διάδρομο ,σαν να τα άκουγε να χτυπούν πάνω στα έπιπλα.
Μια σιγή ξαφνική κι ύστερα το συρξιμο της πόρτας της να ανοίγει.
Το σώμα του έπεσε βαρύ πάνω στο κρεβάτι,σύρθηκε δίπλα της.
Εκείνη δεν ανάσαινε καν, άκουγε μόνο και μύριζε την ανάσα του,μπερδεμένη σε ένα σύμπλεγμα τσιγάρου και ποτού,τα χέρια του παγωμένα κινήθηκαν πάνω της
"Πως θα ήθελα να σε πνίξω" ψιθύρισε στο αυτί της αγγίζοντας το πίσω μέρος του λαιμού της.
" Μια άλλη φορά" συμπλήρωσε μετά και της γύρισε την πλάτη.
Ακόμα δεν ανάσαινε.
Περίμενε υπομονετικά μέχρι να ακούσει το πρώτο ροχαλητό απόδειξη πως είχε πια αποκοιμηθεί.
Κι ύστερα άφησε ένα βαθύ αναστεναγμό και δύο δάκρυα να κυλήσουν καυτά στο μαξιλάρι
Ήταν ζωντανή ακόμα!!
Σήκωσε τα μάτια και προσευχήθηκε στο Θεό της
" Ευχαριστώ" είπε βουβά
Εκείνος όμως δεν την άκουσε
Εδώ και χρόνια δεν την άκουγε.
Δεν το γνώριζε όμως.
Δεν ήξερε ότι ο Θεός δεν ακούει τις προσευχές και το ευχαριστώ των νεκρών
Δεν ήξερε ότι ήταν νεκρή
Πνιγμένη εδώ και χρόνια απ' τα χέρια του!!

Σοφία Τανακίδου
(Έκτη αφιέρωση)
18/11/18

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018

Η ζωή δε σταματά.



Όταν μένουνε μόνοι οι ανθρώποι
Όταν το ταίρι τους φύγει για πάντα.
Όσο όμορφα κι αν έχουν ζήσει
Κι αναμνήσεις γλυκές έχουν κρατήσει
η μοναξιά είναι σκληρή.
Στην ηλικία κανείς μη σταθεί
Γιατί η αγάπη δε ξέρει από χρόνια
Κι η ψυχή πάντα μένει παιδί
Και ψάχνει ένα ταίρι να βρει
Για να ζήσει τα χρόνια που απομένουν
Όσοι φύγαν στη σκέψη διαμένουν.

Στη ζωή τυχεροί όσοι έχουν
Φίλους που αληθινά τους προσέχουν.
Σαν τον φίλο αυτόν τον ωραίο
Που το όνομα του δε θέλει να λέω.
Που δύο ανθρώπους
Που τους έλιωνε
της απώλειας ο πόνος
με τον τρόπο του
δεν τους άφησε μόνους.
Τους σύστησε και τώρα ζουν
με αγάπη ξανά.
Εύχομαι για παντοτινά.

Σοφία Τανακίδου
(Πέμπτη αφιέρωση)
13/11/18

Κρυφό το αφιέρωμα
Οι παραλήπτες ξέρουν!!!

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018

Αποχαιρετισμός.



 Όχι...
Ο πόνος του θανάτου δεν είναι ασθένεια να γιατρευτεί.
Δέντρο είναι που ανθίζει σε όλες τις εποχές.
Με ρίζες βαθιές που φτάνουν στα έγκατα της γης.
Δέντρο που τρέφεται με δάκρυα δε μαραίνεται ποτέ.
Κι ο πόνος ανθίζει μαζί του.
Κι όσο πιο νέοι είναι όσοι ταξιδεύουν αναπάντεχα στους δρόμους του ουρανού,
τόσο πιο πολύ η μνήμη ανεξίτηλα την ψυχή διαπερνά και ριζώνει παντοτινά.

Σοφία Τανακίδου
( Τέταρτη αφιέρωση)
12/11/18

Αφιερωμένο στον Κωνσταντίνο που έφυγε στα 36 του απόψε...
Τον ανηψιό του φίλου Κωνσταντίνος Μούστος

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018

Ρόδα κόκκινα.

Με δανεικά η πρώτη ανθοδέσμη
Δέκα τριαντάφυλλα
Μια βδομάδα στο βάζο
Κι ύστερα σε μια σελίδα
Ένα πέταλο μονάχα.
Χρόνια ατέλειωτα
Στο ίδιο βιβλίο
Το διάβαζα
Το ξαναδιάβασα
Το πέταλο σελιδοδείκτης
Ένα σκληρό πρωί
Το έχασα
Σ' όλα τα φύλλα του βιβλίου έψαξα
Εξαφανίστηκε έτσι απλά σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Κι έκλαψα
Μόνο για κείνο έκλαψα
Για σένα όχι
Γιατί τα αισθήματα δεν ήταν δανεικά
Ούτε μαραθηκαν
Ούτε χάθηκαν στο πουθενά
Μέσ' το βιβλίο έχουν μείνει ζωντανά
Σε κάθε φράση
Σε κάθε ποίημα
Ρόδα κόκκινα...

Σοφία Τανακίδου

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Δύο καρδιές.



Έχω μια καρδιά που περισσεύει
Κάποτε, κάπου , κάποιος μου την χάρισε και δεν την ξαναζήτησε πίσω.
Δύσκολο να ζεις με δύο καρδιές.
Εδώ με μια και δε προλαβαίνεις να μαζεύεις τα κομμάτια της.
Δύο καρδιές πως να τις συμμαζέψεις..
Κι ούτε καν στον ίδιο παλμό δε χτυπάνε
Άλλα ζητάει η μία κι άλλα προσμένει η άλλη
Επιχείρησα να χαρίσω τη μία αλλά έχω μπερδευτεί .
Δεν αναγνωρίζω ποια είναι η δική μου.
Και δε θέλω να χαρίσω μια ξένη..
Εξάλλου τα δώρα δε χαρίζονται
Θα συνεχίσω λοιπόν να ζω και με τις δύο
Μέχρι να γυρίσει ...
Μέχρι να ζητήσει τη μια καρδιά από μένα
Μόνο μη μου ζητήσει τη δική του
Τη δική μου θέλω να ζητήσει!!!
Εξάλλου τα δώρα ..δεν επιστρέφονται

Σοφία Τανακίδου

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

Ποιος λογιέται ποιητής.

Αφιερωμένο

Ποιος λογιέται ποιητής;
Δεν είναι αυτός που με τις πράξεις του δε μένει απαθής;
Δεν είναι αυτός που με τα λόγια του σβήνει τα δάκρυα μιας ψυχής;
Δεν είναι αυτός που απ' τους ώμους του μπορείς να στηριχτείς;
Ποιος λογιέται ποιητής;
Αν την ποίηση δεν τη ζεις
σε κάθε βήμα της ζωής,
αν στη φλέβα δεν κυλά
με αγάπη τρυφερά
Κι αν δε μοιραστεί σωστά
δίνοντας έμπνευσης χαρά,
μη λογιέσαι ποιητής,
ούτε της ψυχής ούτε της γραφής.
Μα το κυριότερο της ποίησης το ανώτερο,
αν τη μούσα σου δε βρεις, 
δε λογιέσαι ποιητής...
Μα μιας και την βρήκες τώρα,
να διαπρέψεις ήρθε η ώρα.

Σοφία Τανακίδου
9/11/18

Το ποίημα στη φωτό είναι γραφή Χρήστος Παπαχρυσάφης

Στα όνειρα ζουν



Χαράζει η μέρα ακόμα
μα φωτίζει δωμάτια άδεια
μες στην ψυχή πάντα βράδια.
Δύο κόρες που ήταν στολίδια
Αγγέλων φτιάχνουν παιχνίδια
Μια μάνα που αφήσανε πίσω
για τον πόνο της πώς να μιλήσω.
Δεν είναι απ' αυτό πιο σκληρό
να χάνεις δύο σπλάχνα θαρρώ.
Στη νύχτα μονάχα ζητώ
που σκεπάζει την ψυχή της καιρό,
τα όνειρα που στέλνει στη γη
να έχουν τη δική τους μορφή.

Σοφία Τανακίδου
(Τρίτη αφιέρωση)
11/11/18

Στη φίλη μου @Δημητρα Μαρκοπούλου αφιερωμένο στα κορίτσια της Ευαγγελία και Μαριέττα

Εικοσιτέσσερα



Φόρεσες τη μπλε σου στολή,
να βοηθάς τον κόσμο έχεις ορκιστεί.
Ζωή και όνειρα όλα μπροστά,
μα ξάφνου μοιάζουν απατηλά.
Τρία χρόνια,
το σώμα σου παλεύει με τη φωτιά,
μα το βλέμμα σου ακόμα γελά.
Με ένα χαμόγελο
που σε όλους σκορπάς,
γλυκά αφήνεις τη ζωή που αγαπάς.
Στα εικοσιτέσσερα
το ρολόι της ζωής σταματά..
μα όσοι σε γνώρισαν
σε κρατούν στην καρδιά.

Σοφία Τανακίδου
(Δεύτερη αφιέρωση)
10/11/18
Στη φίλη μου Sofia Kalantzi
Στον γιο της Παντελή

Γονείς της καρδιάς



Εκεί που δε γεννά η μήτρα παιδιά,
φροντίζει η μοίρα να γεννά η καρδιά.
Ένα μικρό πλασματάκι
εύπλαστο σαν το ζυμαράκι,
σαν το ποτίσεις μ' αγάπη
αφράτο θα γίνει ψωμάκι.

Χορταίνει η αγκαλιά
σαν ανοίγει
Κι η ορφανια
για πάντα σ' αφήνει.
Γιατί δεν είναι
μόνο τα παιδιά ορφανά,
αλλά και οι γονείς χωρίς αυτά.

Σοφία Τανακίδου
(πρώτη αφιέρωση)
9/11/18
Αφιερωμένο στην Ελπινίκη και τον Θανάση δύο υπέροχους γονείς καρδιάς της φίλης μου Fani Katraouni

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

Ήρθε ένα μήνυμα.

Γραμμένο στα δεκαοχτώ μου
Ωστόσο τίποτα δεν άλλαξε!!

Ήρθε ένα μήνυμα.

Ήρθε ένα μήνυμα από κει που τα παιδιά ζητούν στοργή.
Μιλάει για δύο μικρά πουλιά που έχουνε μείνει νηστικά.
Κι εσύ τολμάς τις Κυριακές
να σεργιανάς στις εκκλησιές.
Κι ανάβεις πάντα δύο κεριά
να σε φιλάει η Παναγιά.
Και σαν σωστός πια χριστιανός
που αγαπάει κι ο θεός,
υπάκουος στις εντολές,
βρίσκεις προφάσεις όσες θες
Όλοι εκείνοι που ακούς είχαν γονείς αμαρτωλούς.
Και ο θεός τους τιμωρεί η θέληση του ιερή.
Πόσο ακόμα θα τολμάς με μίσος τόσο να μιλάς
για τα παιδιά που ίσως μπορεί να 'χουν πια φύγει από τη γη..
Ήρθε ένα μήνυμα από κει..
Που τα παιδιά ζητούν τροφή.
Και συ τολμάς τις Κυριακές
γλέντια να στήνεις και γιορτές,
να κλείνεις μάτια κι αγκαλιές και να πιστεύεις πως δε φταις.

Σοφία Τανακίδου
1986

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018

Ακόμα μ' αγαπάς;



Αντίστροφα γύρισαν οι δείκτες
στο ρολόι σου απόψε,
το παρελθόν σου αντίκρυσαν.
Εκεί στα δεκαεφτά σταμάτησαν...
μια δεύτερη ευκαιρία είχες
όλα να τα αλλάξεις.
Να μη μου πεις το "σ' αγαπώ"
Να μη μου πεις το "πάντα"
Ζωή καινούργια να μπορείς,
να ζήσεις αν με αρνηθείς,
ίσως και πιο σπουδαία...
Μα εσύ το ίδιο με κυττάς,
μάτια μου ανέμελα γελάς,
πάλι μου λες πως μ' αγαπάς
και πόσο είμαι ωραία...
Την ευκαιρία έχασες
κι ήταν η τελευταία!!

Σοφία Τανακίδου

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018

Ο.. εγώ.

Εγώ..

Εγώ που έχω κάνει το εγώ μου σημαία
Ανηφορίζω το εγώ μου..
Εγώ μόνο εγώ..
Αγαπώ
Νοιάζομαι
Ξέρω
Δίνω
Εγώ μόνο εγώ
Πονάω
Θυσιάζομαι
Τολμάω
Μοιράζομαι
Εγώ μόνο εγώ
Με εγωπάθεια και εγωισμό.
Εγώ για μένα μιλώ
Και λέω..
Δέστε ποιος είμαι εγώ!
Και.. τι κάνατε εσείς για μένα;
Και λέω..
Μόνο εγώ μπορώ
Μόνο εγώ.
Εγώ και μόνο εγώ!!!

Σοφία Τανακίδου
2/11/18


Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

Απόρριψη.



Χρειάζομαι πατέρα αγάπη και αγκαλιά
βοήθα με φωνάζω, με σπρώχνεις μακριά.
Δεν ξέρω πια τι καίει,το στρώμα ή εγώ
ούτε κανείς αν φταίει,δεν ψάχνω πια να βρω.

Εξω το βαποράκι κρυμμένο στο γιαπί 
εμένα περιμένει και βλέπεις το γιατί.
Δεν είμαι όμως αλήτης και μην το ξαναπείς αρρώστια έχω πατέρα αρρώστια της ζωής.

Χρειάζομαι πατέρα αγάπη και αγκαλιά,
κλαίγοντας η μητέρα με φίλησε στερνά
Μα εσύ δεν είχες ίχνος συμπόνιας στη φωνή
"για μένα είσαι ξένος" το είπες με ψυχή.

Δεν ντρέπομαι πατέρα που έφτασα ως εδώ.
Μα ντρέπομαι για σένα ντρέπομαι και πονώ.
Μόνο στις χαρές μου ήσουνα κοντά,
τις πίκρες τις περνούσα μέσα στη μοναξιά.

Σοφία Τανακίδου.
7/4/89

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018

Δεν υπάρχεις.



Στο δρόμο βρέχει, νιώθω ένα κρύωμα στην καρδιά μου, σε λίγο φτάνω σπίτι ανοίγω την πόρτα ξαπλώνω κουρασμένη.
 Σε νιώθω γύρω μου, σέρνεσαι στο κρεβάτι, έρχεσαι όλο και πιο πολύ δίπλα μου, ακούω την ανάσα σου, ακούω το ειρωνικό σου γέλιο, μα δεν σε βλέπω.
Απλώνω τα χέρια μου μήπως και σε αγγίξω εξαφανίζεσαι τελείως. Περνάει λίγη ώρα ηρεμίας ώσπου σε νιώθω πάλι.
 -Ποιος είσαι;
 Σου φωνάζω δεν μου απαντάς ποτέ.
Προσπαθώ να κοιμηθώ να σε ξεχάσω,
ένας εφιαλτικός ύπνος κενός από όνειρα,
σαν να έχει πεθάνει η ψυχή μου με ταράζει,
μα ξυπνάω κάθε πρωί και αντικρίζω το συνηθισμένο φως και καταλαβαίνω πως ακόμα ζω.
Περνούν οι ώρες ως που σε ανακαλύπτω πάλι, σε κυνηγώ και όλο τρέχεις, θέλω να σε πιάσω, να τυλίξω τα χέρια μου στον άυλο λαιμό σου να σε σκοτώσω.
Δεν με αφήνεις πια ήσυχη,
σιγά σιγά παίρνεις και μορφή
ακόμα και στο δρόμο εμφανίζεσαι,
όταν θέλω να μιλήσω με κάποιον μπαίνεις ανάμεσά μας και μου κόβεις την ανάσα,
ώρες-ώρες είσαι τόσο τρομακτικός,
μερικές φορές κοιτάω στον καθρέφτη και δεν βλέπω το είδωλό μου βλέπω εσένα,
με πιάνει το παράπονο και κλαίω μόνη μου τότε έρχεσαι κοντά μου να με παρηγορήσεις θέλεις να γίνουμε φίλοι.
 - Μα αφού δεν υπάρχεις, σου φωνάζω απεγνωσμένα και τότε μία ερώτηση φτάνει μες στο μυαλό μου και καίει την ψυχή μου.
-Μήπως πιστεύεις ότι υπάρχεις εσύ;

Σοφία Τανακίδου
22/10/86

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Βιτρίνα.



Βιτρίνα το γέλιο
στα χείλη μου
Να μη καταλάβουν
οι φίλοι μου.

Στην πίστα
χορεύουν τα πάθη
Σε κάθε στροφή
κι ένα αγκάθι.

Γεμίζει το πάτωμα
κόκκινο
Καρδιά μου
δεν ήτανε σκόπιμο.

Μαζεύω μετρώ
τα κομμάτια μου
Της μέρας
τα άθλια λάθη μου.

Σοφία Τανακίδου

Ρόδα κόκκινα.

Με δανεικά η πρώτη ανθοδέσμη.
Δέκα τριαντάφυλλα.
Μια βδομάδα στο βάζο
κι ύστερα σε μια σελίδα,
ένα πέταλο μονάχα.
Χρόνια ατέλειωτα
στο ίδιο βιβλίο,
το διάβασα
το ξαναδιάβασα.
Το πέταλο σελιδοδείκτης.
Ένα σκληρό πρωί
το έχασα.
Σ' όλα τα φύλλα του βιβλίου έψαξα.
Εξαφανίστηκε έτσι απλά σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Κι έκλαψα.
Μόνο για κείνο έκλαψα.
Για σένα όχι!
Γιατί τα αισθήματα δεν ήταν δανεικά.
Ούτε μαράθηκαν,
ούτε χάθηκαν στο πουθενά.
Μες στο βιβλίο έχουν μείνει ζωντανά,
σε κάθε φράση,
σε κάθε ποίημα.
Ρόδα κόκκινα...

Σοφία Τανακίδου

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018

Μια μέρα πριν.



Μια μέρα πριν γεννηθεί
οι μοίρες έκλεψαν τα χρώματα της θάλασσας, του ήλιου τις αχτίδες άρπαξαν και τον ουρανό σκοτείνιασαν του Οκτώβρη.
Στα μάτια του τα κρύψανε
και τις αχτίδες του ήλιου μέσα στην ψυχή του.
Μια μέρα μετά...
Άνοιξε τα μάτια
και ξαναέβαψε τη θάλασσα,
χαμογέλασε κι ο ήλιος έλαμψε παντού.
Τίποτα δεν κράτησε απ' τα δώρα τα ακριβά
Όλα τα μοιράστηκε..μία μέρα μετά.

Σοφία Τανακίδου
19/10/18
Όποιος μοιράζεται ποτέ δε στερείται.
Αφιερωμένο...

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Κόκκινη κάρτα.



Δεν ήξερα τι να διαλέξω
Κίτρινη η κόκκινη;
Εκεί στο τσεπάκι 
στ' αριστερά,
στο μέρος της καρδιάς
φυλαγμένες κι οι δύο.
Χρόνια κρυμμένες.
Δεν τις άγγιξα ποτέ.
Μα απόψε...
Στην τύχη το άφησα.
Με κλειστά μάτια μία τράβηξα.
Λυπάμαι..
Αλήθεια λυπάμαι πολύ...
Η κόκκινη ήταν..
Δεν υπάρχει επιστροφή...

Σοφία Τανακίδου

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

Αυτό που με τρομάζει

Αυτό που με τρομάζει.

Θέλω πολύ να ψάξω
στα μονοπάτια της ψυχής σου
και δεν είναι που δεν έχω αντοχή.
Μα όσο ψάχνω
βρίσκω πόρτες
αντί για μονοπάτια.
Πόρτες κλειστές.
Κλειδιά κρυμμένα,
δεν είναι δυσκολία για μένα.
Αυτό που με τρομάζει είναι
τι θα βρω μόλις ανοίξω
ή να το θέσω πιο σωστά...
τι δε θα βρω!!!

Σοφία Τανακίδου

Θα σου πω ένα παραμύθι

Θα σου πω ένα παραμύθι.

Θα σου πω ένα παραμύθι
τώρα που βράδιασε.
    Σαν εκείνα
που μου έλεγες εσύ παλιά
και με αποκοίμιζες.
    Ήρθε η σειρά μου
να σου το πω και γω...
"Καληνύχτα, κοιμήσου,
     σ' αγαπώ"

Σοφία Τανακίδου

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018

Ξημερώνει ξανά.



Με λύγισες κι απόψε.
Ετσι μετρώ τα βράδια μου,
έτσι μετρώ τις αντοχές μου.
Ναι, με λύγισες κι απόψε.
Μα δεν το ξέρεις πως το ξημέρωμα,
στο πρώτο φως του ήλιου ορθώνομαι.
Δεν το ξέρεις πως εγώ δε σπάω.
Κάθε που ξημερώνει ορθή θα στέκω.
Ο μόνος τρόπος για να σπάσω είναι να μην ξημερώσει.
Κι αυτή τη δύναμη, τον ήλιο να τον σταματήσεις δεν θα βρεις ποτέ,
γιατί η δική σου δύναμη φτάνει μόνο
για να με λυγίσεις.
Λύγισε με όσο προλαβαίνεις,
σε λίγο ξημερώνει ξανά.

Σοφία Τανακίδου

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

Αχ ρε μαμά.



Αχ ρε μαμά
Τι μου μάθαινες τόσα χρόνια να αγαπάω;
Τι μου έλεγες μη μιλάς αν είναι να πικράνεις τον άλλον.
Αχ ρε μάνα
Κι εγώ γιατί σε άκουγα;
Αφού κανείς της μάνας του τις συμβουλές δεν άκουσε
Μονάχα εγώ ρε μάνα..
Μονάχα εγώ να μην πληγώνω;
Πονάω ρε μάνα
απ' την αγάπη που δίνω
Πονάω ρε μάνα
απ' τα λόγια που δε λέω
Πονάω ρε μάνα
Και δεν είσαι πια εδώ
Και τώρα ξέρεις
Πόσο πονάω μάνα
Γιατί τώρα που δεν είσαι εδώ με βλέπεις μάνα όταν κλαίω
Γιατί τώρα που δεν είσαι εδώ με ακούς μάνα που σπαράζω.
Δεν μπορώ να σου κρυφτώ πια.
Εσύ φταις που μου έμαθες να σωπαίνω ή εγώ που σ' άκουγα;
Αχ ρε μάνα
Πονάει ν' αγαπάς και να σωπαίνεις για να μη πληγώσεις όσους σε πληγώνουν με την αγάπη τους.

Σοφία Τανακίδου

Η φωνή μου.



Λαθέψανε οι μοίρες μου
την ώρα που γεννιόμουν
και τη φωνή μου κλείδωσαν
στα βάθη της ψυχής μου.
Μεγάλωνα με ψεύτικη
μα δε καταδεχόμουν
και πάντοτε την έψαχνα
στο διάβα της ζωής μου.

Όσο και να την κρύψανε
στο αριστερό μου χέρι
οι σκέψεις ακυβέρνητες
ποτέ τους δε διστάζουν.
Ξυπνάνε πάνω στο χαρτί
και γίνονται μαχαίρι
Είναι η φωνή μου στο γραπτό
λέξεις που λάβα στάζουν.

Σοφία Τανακίδου

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018

Έζησα.

Πότε τελείωσαν τα όνειρά μου δεν κατάλαβα.
Ξύπνησα ένα πρωί στο θάλαμο ενός νοσοκομείου δεμένη πάνω στο κρεβάτι ποτισμένη ορούς.
 Είχα μέρες να φάω μου είπαν και λιποθύμησα άξαφνα στο δρόμο, ένας περαστικός πρόλαβε να με μεταφέρει.
Πόσο τυχερή ήμουν που δεν με χτύπησε κάποιο αμάξι
Πόσο τυχερή ήμουν που έζησα!!
Οι γιατροί με παρότρυναν να φάω και εγώ τους κοιτούσα κάνοντας πώς δεν καταλαβαίνω, οι γονείς μου, οι φίλοι μου, ενα τσούρμο άνθρωποι με βουρκωμένα μάτια και ίσως τύψεις που με άφησαν να καταντήσω έτσι.
Έφαγα την έκτη μέρα όταν ήρθε ένας νεαρός αδύνατος και άσχημος υπερβολικά από την αδυναμία του και μου έδειξε τα χέρια του, ήταν τρυπημένα αλλόκοτα πολλές φορές.
Κατάλαβα...
" Πρέπει να ζήσεις" μου ψιθύρισε και άπλωσε μπροστά μου με εκείνα τα σκελετωμένα του χέρια ένα πιάτο σούπα, με βοήθησε να καταπιώ σιγά-σιγά έφαγα σχεδόν τη μισή δεν του έφερα αντίρρηση.

Πότε τελείωσαν τα όνειρά μου δεν κατάλαβα.
Ξύπνησα ένα πρωί και ανακάλυψα πόσο μόνο με άφησαν οι άνθρωποι.
Βγήκα στη βεράντα και άρχισα να φωνάζω, να φωνάζω τόσο δυνατά, ώσπου κάλεσαν το 100 έκαναν τις συνηθισμένες συστάσεις όπως όταν ανοίγεις τέρμα ένα στέρεο, ένιωσα και εγώ σαν ένα στέρεο, σαν ένα άψυχο πράγμα και ύστερα φύγανε...
Κι ούτε με ρώτησε κανείς γιατί φώναζα κι ούτε που νοιάστηκε κανείς τους.
Ύστερα το αποφάσισα να φύγω ετοίμασα τα λιγοστά μου ρούχα.
Που θα πήγαινα;
Αξαφνα φοβήθηκα τον κόσμο.
Οι δικοί μου ήταν ξένοι, οι ξένοι τι περισσότερο θα 'τανε και το αποφάσισα να μείνω, για λίγο όμως.
Και τα έβαλα με τον εαυτό μου μιας και δεν είχα το δικαίωμα να τα βάλω με τους άλλους.
 Ποιος ήμουν εγώ που θα τα έβαζα με τους άλλους;
Ποιος ήμουν εγώ για να κρίνω;
Ενα τίποτα, τίποτα μικρό το άκουγα συνέχεια.
Μέρες τον ζούσα τον εαυτό μου με νερό και άντεχε άντεχε...
Πόσο τον θαύμασα, πόσο τον αγάπησα εκείνες τις μέρες, ως που με πρόδωσε και αυτός με τη λιποθυμία του.

Πότε τελείωσαν τα όνειρά μου δεν κατάλαβα.
Με τάιζε κάθε μέρα εκείνο το παιδί,
 δεν του μίλησα ποτέ.
Μόνο τον κοίταζα και αναρωτιόμουν πώς φώτιζαν έτσι τα μάτια του πάνω σε εκείνο το χλωμό πρόσωπο και δεν του έφερνα αντίρρηση, φοβόμουνα μην τον πληγώσω, ήταν ο μόνος που δεν θα ήθελα ποτέ να πληγώσω.
 Ίσως γιατί όλοι όσοι με πλήγωσαν, τον πλήγωσαν και εκείνον.
Μία νύχτα μες στον ύπνο μου άκουσα δυνατές φωνές
"Μην τον ξανά αφήσεις αυτόν εδώ" φώναζαν θυμωμένα στη νοσοκόμα. Κατάλαβα και πήρα πάλι τον κατήφορο κι ούτε άφηνα κανέναν να 'ρθει να με δει πια, μόλις άνοιγαν την πόρτα φώναζα υστερικά ώσπου τους έδιωχναν.
Οι φίλοι δεν ξαναήρθαν, όλοι άρχισαν να απομακρύνονται, άρχισα και εγώ ξανά να απομακρύνομαι, να απομακρύνομαι από τη ζωή.
Ο νεαρός δεν φαινόταν πουθενά και το στόμα μου έκλεισε ερμητικά, παρακάλια και ικεσίες δεν κατάφερναν τίποτα και ο όρος πήρε πάλι τη θέση του δίπλα στο κρεβάτι μου.
Τι σταθερός φίλος!!
Δεν είχα πια το κουράγιο ούτε τα μάτια μου να ανοίξω, τα άνοιξα όμως εκείνο το βράδυ, ήμουν πια στα τελευταία μου, ήρθε κρυφά για να με δει.
"Είναι να τους λυπάσαι" μου είπε κλαίγοντας
"Μην τους αφήσεις να σε νικήσουν"
Εβαλα και εγώ τα κλάματα για πρώτη φορά μέσα στα 20 φευγάτα χρόνια μου, έβαλα τα κλάματα και άρχισα να μιλάω, να λέω λόγια λόγια  σκληρά για αυτά που φύγαν, για τα όμορφα και τα άσχημα, για αυτά που πρόσμενα και έμειναν ανεκπλήρωτα, για αυτά που φανταζόμουν πως ήταν τέλεια για όσα με πρόδωσαν
Αρχισα να μιλάω τόσο δυνατά τόσο σταθερά που τρόμαξα με την ίδια μου τη δύναμη
Που βρήκα το κουράγιο;
Από που ξεδιπλώθηκαν όλες εκείνες οι λέξεις, όλα εκείνα τα παράπονα, όλα εκείνα τα δάκρυα.
Και ο νεαρός αναστέναζε μέσα στα δάκρυα του και μου φιλούσε τα χέρια "Συνέχιζε" μου έλεγε "Συνέχιζε"
 Μιλούσα ώρες ατελείωτες, ώσπου αποκοιμήθηκα.
Ενιωθα τόσο ξαλαφρωμένη, τόσο ήσυχη, τόσο ήρεμα και όμορφα.
Σαν να τα είπα όλα.
Και αν δεν είχα και την άλλη μέρα φωνή να μιλήσω δεν θα 'χα τίποτα παραπάνω να πω, τα 'χα τελειώσει όλα, όλα όσα με έπνιγαν όσα έκρυβα στην καρδιά, όσα με έκαναν να φωνάζω δίχως αιτία τις νύχτες
Τα 'χα πει όλα και τα 'πα σε ένα αγόρι που δεν έζησε παρά δύο ακόμα μερόνυχτα, σε ένα αγόρι που έλιωνε από μία αρρώστια που ακόμα κανείς δεν γιατρεύτηκε μα έλιωνε τόσο όμορφα σκορπώντας πάνω μου όλη τη δύναμη του, όλο το κουράγιο της ύπαρξής του.
Και εγώ τίποτα δεν μπόρεσα να κάνω για εκείνον, δεν μου έχει ζητήσει τίποτα, παρά μόνο κάτι για μένα, να ζήσω, να μην αφήσω να με νικήσουν και εμένα.
Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο, δεν μπορούσα να μη δεχτώ, να φανώ αχάριστη και έζησα.
Εζησα για εκείνον... και για μένα...
Έζησα.

Σοφία Τανακίδου

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018

Στον σταθμό.



Στους σταθμούς των αποχαιρετισμών χιλιάδες φιλιά δίνονται.
Ζεστές αγκαλιές σε παγωμένα κορμιά
που μόνα αφήνονται.
Μάτια που δε βλέπονται
μα δε ξεχνιούνται.
Σώματα που δεν αγγίζονται
μα ατέλειωτα αγαπιούνται.
Κι εσύ ενώ είσαι δίπλα μου τρομάζεις.
Στα τρένα και στα χέρια μου κοιτάζεις..
Απ' το σταθμό εάν περνάω
αν εισιτήριο κρατάω...
Μα που να πάω...
Χωρίς εσένα που να πάω...

Σοφία Τανακίδου

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

Άνθρωποι κυκλώνες.



Ο καιρός όσο άστατος και να γίνει κάπως σε προειδοποιεί..
Με το πρώτο σύννεφο.
Με το πρώτο δάκρυ του ουρανού.
Με το πρώτο αγέρι.
Απ' τους ανθρώπους κυκλώνες πως να γλυτώσεις,
που ενώ νομίζεις πως σε σφίγγουν στην αγκαλιά τους για να σε προστατέψουν,
αυτοί απροειδοποίητα σε τυλίγουν,
σε σηκώνουν ψηλά
και σε πετάν αναπάντεχα στο κενό.
Αυτούς να προσέχεις, από αυτούς να φυλάγεσαι....
Ανώτεροι κι από τη φύση, ζουν ανάμεσα μας και δρουν υπόγεια,
 χωρίς οίκτο,
σε κοιτάζουν και χαμογελούν
και συ δε ξέρεις οτι είσαι ήδη στο μάτι του κυκλώνα.

Σοφία Τανακίδου

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Το κράνος.



Ο μικρός Άλκης το φετινό καλοκαίρι οδηγώντας το ποδηλατάκι του αναμετρήθηκε με ένα πέτρινο τοίχος, και δυστυχώς έχασε.
Χρειάστηκαν επισκέψεις σε δύο νοσοκομεία και τρεις ακτινογραφίες για να ανακαλυφτεί ότι η αναμέτρηση με τον πέτρινο τοίχο είχε θύμα ένα μικρό οστό στο μέτωπο.
Έτσι ο μικρός Άλκης αναμετρήθηκε μετά από μια βδομάδα με ένα χειρουργείο ευτυχώς με πλήρη επιτυχία.
Ο γιατρός του όταν ξύπνησε από το χειρουργείο του ευχήθηκε καλή ανάρρωση, που για να επέλθει έπρεπε να προσέχει και να προφυλάξει το κεφάλι του με ένα κράνος.
Οι γονείς του, του το αγόρασαν αμέσως και προμηθεύτηκαν τρία και για τον δίδυμο αδερφό του και για τον Βενιαμίν της οικογένειας να μην έχει κανείς παράπονο, να είναι και ασφαλείς, αλλά και να συμπαρασταθούν στον αδερφό τους να μην νιώθει διαφορετικός.
Το καλοκαίρι όμως τελείωσε.
Τώρα ο Άλκης είχε να αντιμετωπίσει μια καινούργια αναμέτρηση.
Ρώτησε τη μαμά του
"Μαμά και στο σχολείο θα το φοράω το κράνος;
Δε θα με κοροϊδεύουν τα παιδάκια;"
Και εκείνη του απάντησε
"Αυτό το κράνος Άλκη μου σε προφύλαξε από όλα τα χτυπήματα, δε θα κατορθώσει λες να σε προφυλάξει από μερικά αθώα πειράγματα;
Όσο το φοράς κανείς και τίποτα δε μπορεί να σε πειράξει.
Όσο το φοράς θά 'σαι αήττητος"
Κι ο μικρός Άλκης φόρεσε το κράνος και πέρασε χαμογελώντας στην αυλή του σχολείου.
Μα δεν κατάλαβα ποτέ.
Αν ήταν το κράνος που τον προστάτευσε εκείνο το πρωί ή τα λόγια της μαμάς του.

Σοφία Τανακίδου
28/9/18

Αφιερωμένο...στον Άλκη μας...

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Λευκό αίμα.

Κι άνοιξε τα μάτια και είδε μπροστά του σκοτωμένη την αγάπη στο διπλανό μαξιλάρι
Κοιτόταν νεκρή
Έσταζε ακόμα από τις φλέβες της αίμα.
Μα ήταν λευκό
Ευτυχώς δεν θα άφηνε στάμπα στο σεντόνι.
Το κόκκινο είναι δύσκολος λεκές δεν καθαρίζει εύκολα
Το λευκό όμως..
Ούτε θα το Πρόσεχε κανείς...

Σοφία Τανακίδου

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

Η ζωή προσπερνά.



Σ' ένα τούνελ
τελείως κλειστό,
η ζωή μου απλώνει
ιστό
Και τα χρόνια
βαδίζουν περνούν,
και στιγμές μοναξιάς
με κερνούν.

Μια φωνή φιλική
μοναχά
σαν ηχώ συλλαβίζει
συχνά.
"Η ζωή προσπερνά,
προσπερνά,
δεν γυρίζει ξανά,
προσπερνά".

Σ' ένα τούνελ κενό
σκοτεινό,
τη ζωή μου παλεύω
να βρω
Και τα χρόνια γελούν
δυνατά,
σαν στενάζεις ψυχή
μου κρυφά.

Μια φωνή φιλική
μοναχά
σαν ηχώ συλλαβίζει
συχνά.
"Η ζωή προσπερνά,
προσπερνά,
δε γυρίζει ξανά,
προσπερνά".

Σοφία Τανακίδου

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

Παράδεισος υπάρχει.

Παράδεισος υπάρχει;
ρωτάς να σου πω
Παράδεισος για σένα
δεν είμαι εγώ;

Παράδεισος για μένα
φωτιάς προσμονή
την πύλη σαν ανοίγω
να στέκεις γυμνή

Παράδεισος υπάρχει
και μένω εκεί
την ώρα που αγγίζω
δικό σου κορμί

Παράδεισος για μένα
ζεστή αγκαλιά
στρατιές από αγγέλους
να δίνουν φιλιά

Παράδεισος για μένα
σημαίνει πολλά
το μόνο που δεν είναι
να λείπεις μακριά.

Παράδεισος για μένα
εσύ, προσπαθώ
Παράδεισος για σένα
να γίνω εγώ!


Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018

Χαράζει σ' αγαπώ.



Προσμένω τον καιρό
Να δω το σ' αγαπώ
Σε χείλη τρυφερά
Φιλί μα και καρδιά.

Το κρύβεις μες το φως
Σαν άπειρος τυφλός
Το χάδι σου ζητώ
Μ' αγγίζω το κενό.

Χαράζει σ' αγαπώ
Κρυψώνα στο λαιμό
Βαθιά πληγή πονά
Την θλίψη με κερνά.

Βροχή δειλής ζωής
Επαίτης αντοχής
Ακόμα ξενυχτώ
Το μάταιο ποθώ.

Σοφία Τανακίδου

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018

Άκου πως σωπαίνω.



Η φωνή μου σώπασε.
Σωπαίνει όταν δεν ακούγεται.
Εδώ στη γωνιά μου.
Σπουδάζω τη σιωπή.
Όσο και να με πονάει,
όσο και να σε πονάει...
Δεν έχω λόγια.
Στέρεψαν...
Αυτή η ψυχή που μιλούσε
η ψυχή που δεν άκουγες.
Στέρεψε..
Τέλειωσαν τα λόγια.
Δεν έχω πια.
Ακου πως σωπαίνω!!

Σοφία Τανακίδου

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2018

Όταν σε κοιτώ στα μάτια.



Όταν σε κοιτώ στα μάτια
Μαγικό χαλί
Έρχονται και με αρπάζουν
Χίλιοι ουρανοί.
Όταν σε κοιτώ στα μάτια
Γοργόνες μάγισσες
Έρχονται και με βουλιάζουν
Χίλιες θάλασσες.

Μια γοργόνα με ρωτάει
το χαλί καθώς πετάει
αν σε αγάπησα ποτέ μου
ήλιε μου μοναδικέ μου

Θάλασσες να με γκρεμίσουν
Ουρανοί για να με πνίξουν
Περιμένουν ένα ψέμα
που θα πω εγώ για σένα.

Αν σ' αγάπησα ρωτάει
παραμύθια δε ζητάει
μα εγώ στο παραμύθι σου
στηρίχτηκα την αλήθεια
μια ζωή στερήθηκα.

Όταν με κοιτάς στα μάτια
Χίλια ψέματα
Ψάχνω να βρω την αλήθεια
που δεν έμαθα
Όταν με κοιτάς στα μάτια
Χίλια πρόσωπα
νιώθω όλα ότι είναι
πια διπρόσωπα.

Μια γοργόνα με ρωτάει
Το χαλί καθώς πετάει
Αν σε πίστεψα ποτέ μου
ήλιε μου μοναδικέ μου.

Θάλασσες να με γκρεμίσουν
Ουρανοί για να με πνίξουν
περιμένουν μια αλήθεια
φυλαγμένη μες στα στήθια.

Αν σε πίστεψα ρωτάει
παραμύθια δε ζητάει
μα εγώ στο παραμύθι σου
στηρίχτηκα την αλήθεια
μια ζωή στερήθηκα.

Σοφία Τανακίδου

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

Στην αγκαλιά σου.



Ξύπνησα και ήσουν δίπλα μου.
Κι ούτε όνειρο ήταν της νύχτας,
ούτε όραμα της μέρας.
Η απόσταση έγινε αγκαλιά.
Αγκαλιά αληθινή που θα τη ζήλευαν
όλα τα όνειρα μου.
Κι όσο σε κρατώ μέσα μου αναρωτιέμαι.
Πώς ζούσα χωρίς εσένα;
Και πώς θα ζήσω αύριο;

Σοφία Τανακίδου

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

Απουσία.

Εφτά και μισή το πρωί
Χτύπησε νευρικά την πόρτα
"Γιατί δε με ξύπνησες;
Άργησα!!!
Ετοίμασε μου το γάλα"

Εκείνη σηκώθηκε παραπατώντας.
"Δεν αισθανόμουν καλά" σιγοψιθύρισε
Κανείς δεν την άκουσε.
Έβαλε το γάλα στο μπρίκι ,άναψε το μάτι της κουζίνας και ξαναγύρισε στο κρεβάτι βαριαανασαίνοντας.
Έκλεισε τα μάτια και ξανακοιμηθηκε αμέσως.

Την ξύπνησε η έξαλλη φωνή της
"Το 'καψες πως θα το πιω τώρα;
Βιάζομαι
Δε με ξύπνησες στην ώρα μου
Το 'καψες κιόλας."
Κι ύστερα από λίγο η εξώπορτα που άνοιξε και έκλεισε με δύναμη και την ξύπνησε.
Σηκώθηκε..
Η κούπα με το γάλα άθικτη στο τραπέζι.
Την κατέβασε χαμηλά δίπλα στο πιατάκι του σκύλου.
"Πιες το εσύ" ψέλλισε και ξαναγύρισε στο κρεβάτι.
Ο σκύλος το ήπιε μονορούφι και μετά ξάπλωσε δίπλα της.
Το χέρι της τον αγκάλιασε τρυφερά κι έμεινε σταθερά εκεί πάνω στην πλάτη του.

Δύο μέρες μετά...

Το ξυπνητήρι την ξύπνησε
Σηκώθηκε..πήγε στο ψυγείο πήρε το γάλα το άδειασε στο μπρίκι, άναψε το μάτι.
Κοίταξε τριγύρω τα άπλυτα πιάτα.
"Που είναι η κούπα μου;" αναρωτήθηκε.
Άνοιξε όλα τα ντουλάπια... πουθενά άφαντη..
Το γάλα χυνόταν πάνω στην κουζίνα.
Έτρεξε να το βγάλει απ' το μάτι.
Κι εκεί στη γωνία κάτω χαμηλά την είδε..δίπλα στο πιατάκι του σκύλου, η κούπα της με τα απομεινάρια του προχθεσινού γάλατος.
"Δεν το πιστεύω!!!
Με την κούπα μου;
Με την κούπα μου βρε μάνα έδωσες γάλα το σκυλί;"
Γύρισε προς το κρεβάτι της να την φωνάξει
Μα δεν ήταν εκεί!!!
Μόνο ο σκύλος χωμένος στη θέση της, δύο μέρες τώρα έγλυφε το σεντόνι και ούρλιαζε βουβά!!!

Σοφία Τανακίδου

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018

Πρώτη μέρα στο σχολείο.



Τις θυμάται τις πρώτες μέρες και ήταν πολλές.
Κάθε χρονιά πρώτη φορά.
Μιας και δεν ήταν παιδί ιδιαίτερα ομιλητικό δεν πλησίαζε τους άλλους, ούτε τους μιλούσε αν δε της μιλούσαν,  από ντροπή καθαρά..
Είχε όμως τα αδέρφια της, ήξερε πως δεν ήταν μόνη στο δημοτικό.
Πρώτη μέρα στο γυμνάσιο πάγωσε.
Δεν είχε κανέναν πια, τα αδέρφια της είχαν μεγαλώσει.
Κάθησε στα σκαλοπάτια της μεγάλης αυλής του σχολείου σκεφτόμενη τις ατέλειωτες ώρες διαλειμμάτων που θα ήταν μόνη και τότε ένα κοριτσάκι κάθησε δίπλα της, την κοίταξε με τα μεγάλα καστανά μάτια της και της είπε.
"Θέλεις να γίνουμε φίλες;"
Θα μπορούσε να πει όχι.
Το λένε συχνά τα παιδιά.
Ήταν ένα κοριτσάκι που δεν μιλούσε ακόμα καλά τα ελληνικά, δεν είχε πολλά χρόνια που είχε έρθει στην Ελλάδα.
Η μητέρα της Ρωσίδα ο πατέρας της Έλληνας  "ρωσοπόντιος" έτσι τους έλεγαν.
Θα μπορούσε να πει όχι, αν δεν είχε μεγαλώσει μέσα σε μια οικογένεια που δε τη συμβούλευσε ποτέ πως πρέπει να ξεχωρίζει τους ανθρώπους από το χρώμα, την χώρα καταγωγής τους, την ιδιαίτερη προφορά τους.
Θα μπορούσε να πει όχι και να χάσει μια φιλία 38 χρόνων που της πρόσφερε μια δεύτερη οικογένεια, δύο εξαιρετικούς ανθρώπους -τους γονείς της - που τη φρόντιζαν σαν παιδί τους και αργότερα δύο εξαιρετικά πνευματικά παιδιά που όταν τη φωνάζουν σήμερα "νονά" ξεχειλίζει γλύκα το στόμα τους.

Θα μπορούσε να πει όχι
και να μην την έχει δίπλα της στις ωδίνες του πρώτου  τοκετού, όταν της κρατούσε το χέρι και της έλεγε αστεία για να γελάει και να ξεχνάει τον πόνο.
Όταν ήρθε στο δωμάτιο της κλινικής κρυφά δώδεκα η ώρα τα μεσάνυχτα γιατί ένιωθε πως δεν ήταν καλά για να της δώσει μια μεγάλη αγκαλιά.
Θα μπορούσε να πει όχι..εκείνη την πρώτη μέρα στο γυμνάσιο και να μείνει μόνη στα σκαλοπάτια του σχολείου..
Αλλά δεν είπε
Είπε... ναι...
"Θέλω να γίνουμε φίλες"
Μην αρνήστε την φιλία των ανθρώπων
Όταν ένα παιδί σας απλώνει το χέρι δεν είναι για να σας ζητήσει κάτι, είναι μόνο για να σας δώσει.
Μην λέτε "όχι"

Σοφία Τανακίδου

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Νηστικός από αγάπη.

Τίποτα δε χόρτασε.
Νηστικός πέθανε.
Κοίταζε τα παιδιά στις ειδήσεις, μετρούσε τα κοκκαλάκια τους στην οθόνη ένα ένα.
Αυτά τα παιδιά που μόνο μάτια είχαν να κοιτούν βαθιά μέσα στις ψυχές...
"όσων είχαν"
Μα και εκείνος νηστικός ήταν σαν κι εκείνα.
Δε χόρτασε ποτέ.
Νηστικός από αγάπη.
Ούτε να δώσει ήξερε, ούτε να πάρει.

Μα να... έτσι το χέρι του αν άπλωνε θα ζούσαν και εκείνος και αυτά χορτάτα...
μα δεν το άπλωσε..

Έτσι..νηστικός πέθανε..
μαζί τους...


Σοφία Τανακίδου

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Ότι πρόλαβες είδες.



Το κλείνω ξανά το βιβλίο της ψυχής.
Όχι, δε μετάνιωσα που το άνοιξα.
Χρειαζόταν λίγο φως να γευτεί μετά από τόσο σκοτάδι.
Ότι πρόλαβες είδες.
Κλείνει ερμητικά ξανά.
Ίσα που προλαβαίνεις.
Βγες...

Σοφία Τανακίδου

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Τι φταίει.



Δε σε αναγνωρίζω πια
Κάθε κίνησή
Κάθε βλέμμα
Κάθε λέξη που ακούγεται σε μένα
Δεν είσαι εσύ

Και δε ξέρω
Και φοβάμαι να ρωτήσω
Αν φταίει που άλλαξες εσύ
Και δε σ' αναγνωρίζω
Ή φταίει που άλλαξα εγώ
και λάθος συνεχίζω.

Σοφία Τανακίδου

Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018

Βόλτα δίπλα στη θάλασσα.



Φορτωμένο λουλούδια
φουστάνι φορούσες,
στα κατακόκκινα
ντυμένη περνούσες.
Μια αύρα άγγιξε
θερμά το κορμί σου,
τη σκέψη του έφερε
μες στην ψυχή σου.
Φθινόπωρο ήτανε
και τότε και τώρα.
Αγέρι φύσαγε
θα έπιανε μπόρα.
Η πρώτη συνάντηση
που ήταν μοιραία
έμελλε να 'ναι και τελευταία.
Καράβι ατίθασο το καλοκαίρι
μαζί του ταξίδεψε σε άλλα μέρη.
Κι εσύ στην ακτή απόμεινες μόνη
την μπόρα κοιτάς που ζυγώνει.

Σοφία Τανακίδου
5/9/18

Εμπνευσμένο από το έργο "Βόλτα δίπλα στη θάλασσα" της υπέροχης ζωγράφου φίλης μου  Konstantina Krat

Έτσι άντεξε.



Μια μεταξένια κλωστή.
Με αυτήν έδενε τα πάντα.
Δυνατό υλικό το μετάξι.
Δεν έσπανε ποτέ.
Με αυτή την μοναδική κλωστή
συγκρατούσε όλη τη ζωή του.
Μπάλωνε την καρδιά του
που αιμορραγούσε καθημερινά.
Έτσι άντεξε.
Εκείνη δεν το έμαθε ποτέ.
Μια μεταξένια κλωστή.
Μια τρίχα από τα μαλλιά της,
που είχε κλέψει μια νύχτα,
την μοναδική που την άγγιξε.

Σοφία Τανακίδου

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2018

Μαμά που πάμε;



Ευτυχώς ο δρόμος ήταν άδειος,
ψιλοέβρεχε ήταν και περασμένες έντεκα. Φορούσες την νυχτικιά και από πάνω πρόχειρα τη ζακέτα και ένα παιδί στην αγκαλιά, γαντζωμένο πάνω σου.
Το σκέπαζες να μη βραχεί με τα χέρια σου γιατί ..
δεν είχες πάρει ούτε καν ομπρέλα.
Μα ποια ομπρέλα να σκεφτόσουν, εδώ παπούτσια δε φόρεσες.
Κοίταξες τα πόδια σου ..είχαν ήδη ποτίσει οι κάλτσες, τι να συγκρατήσουν οι παντόφλες που ήταν ίσα με το δρόμο.
Δεν κρύωνες ωστόσο,
όσο κι αν πότιζε η φθινωπορινή βροχή όλο το κορμί σου.
Αντίθετα μέσα σου έβραζε ένα πύρινο καζάνι, ένιωθες τις φλόγες της φωτιάς να ορμούν σε όλο το κορμί σου.
-Μαμά που πάμε;
Ξάφνου η φωνή του μικρού σίγασε τις φλόγες σου.
-Μαμά με ακούς;
Που πάμε;
-Μπροστά γιε μου
Μπροστά..εκεί που ξημερώνει.

Σοφία Τανακίδου

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2018

Όλα για μία καρέκλα;



Πόσο εύκολα αλλάζεις γνώμη
και θέση
Ανάλογα με τον ποιόν απέναντι σου έχεις.
Και κατεβάζεις το κεφάλι
και δίχως αιδώ
Υποτάσσεσαι.
Κι η δική σου θεωρία
Φτηνή δικαιολογία.
Και τον κόσμο να σώσεις ζητάς
Μα ούτε το δικό σου κορμί δεν Τιμάς
Σκύβεις, υπακούεις, μες στο ψέμα βουτάς
και σαν κύριος στο τέλος μια γραβάτα φοράς.

Σοφία Τανακίδου

***************************

Πολύ απλά και εύκολα
εσύ τα βρίσκεις όλα
ποιος είσαι μωρέ φίλε μου
ο γιος του Πάρτα όλα

Περνιέσαι για πολιτικός
και δίνεις υποσχέσεις
μα άμα δούμε ένα καλό
εμένα να με χέσεις

Και τώρα την πατρίδα μας
Να ρίχνεις πώς αντέχεις;
Εσένα η μόνη έννοια σου
καρέκλα μόνο να έχεις.

Μα Έχει χάρη μάγκα μου
κι αυτό το ξέρουν ούλοι.
Επιλογές δεν έχουμε
εκτός από τον Κούλη

Τι να σου κάνει πια και αυτός;
Προτάσεις όταν ρίχνει
και για την εξυπνάδα του
το βλέμμα του το δείχνει

Και θα ‘ρθει η ώρα και στιγμή
Πού θα μας κυβερνήσει
κι αν μείνει κάτι όρθιο
αυτός θα το γκρεμίσει.

Και θα υποστούν οι νέοι μας
το έχουν πλέον μάθει
πώς για τους πατεράδες τους
πληρώνουνε τα λάθη

Χρήστος Παπαχρυσάφης