Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2023

Δεκατρείς...

 



Δεκατρείς... έλεγε η παρουσιάστρια των ειδήσεων... 

Δεκατρείς γυναίκες δολοφονήθηκαν αυτό το χρόνο μόνο, από τους συντρόφους τους...

Δεκατρείς!


Έκλεισε την τηλεόραση κι έπιασε να ετοιμάσει το φαγητό, όταν χτύπησε το κινητό της...

"Μαμά, θα μπορέσεις να έρθεις να κρατήσεις λίγο τον μικρό; Έχουμε να πάμε στο γιατρό με τον Βασίλη κι η κοπέλα που θα τον κρατούσε αρρώστησε ξαφνικά".

"Δεν έχω έτοιμο φαγητό, αν με ειδοποιούσες από χτες θα το κανόνιζα, τώρα δε μπορώ".

"Βρε μαμά, αφού σου είπα ήταν ξαφνικό! Θα σου δώσω εγώ φαγητό, έχω φτιάξει".

"Όχι, υποσχέθηκα στον μπαμπά σου..."

"Εντάξει μαμά, άστο, ξέχνα το, θα ψάξω άλλον...καλημέρα..." της απάντησε η κόρη της κι έκλεισε το τηλέφωνο πριν της απαντήσει...

Κι ύστερα συνέχισε να ετοιμάζει το φαγητό της, κι ενώ καθάριζε τα κρεμμύδια για το στιφάδο άφησε τα δάκρυα να κυλήσουν...

ήταν οι μόνες ώρες που μπορούσε να κλάψει φανερά...


Είχε φτάσει το απόγευμα αλλά ακόμη ο άντρας της δεν είχε γυρίσει, ενώ ήξερε ότι είχαν περάσει ήδη τρεις ώρες που σχόλασε από την δουλειά του...

Καθόταν στο μπαλκόνι όταν τον είδε να έρχεται, παραπατούσε κάνοντας οχταράκια στο δρόμο, τύφλα στο μεθύσι.

Άκουσε την πόρτα σε λίγο να ανοίγει, και στάθηκε εκεί στο μπαλκόνι περιμένοντας να την φωνάξει, αλλά βλέποντας ότι δεν την έψαχνε μπήκε μετά από δέκα λεπτά κι αυτή μέσα στο σπίτι.

Ο άντρας της είχε πέσει με τα ρούχα στο κρεβάτι κι ήδη ροχαλιζε.

Βγήκε ήσυχα από την κρεβατοκάμαρα για να μην τον ξυπνήσει κι έγυρε στην πολυθρόνα στο σαλόνι.

Ίσα να την πάρει ο ύπνος

ξύπνησε από μια έντονη μυρωδιά καμένου.

Ξέχασα το μάτι αναμένο; συλλογίστηκε και σηκώθηκε αλαφιασμενη.

Το μάτι ευτυχώς ήταν κλειστό...

Βγήκε στο μπαλκόνι και είδε καπνούς να έρχονται από μακριά και την ίδια ώρα άρχισε να χτυπάει σαν σειρήνα το κινητό της και του άντρα της που ήταν αφημένο κι εκείνο πάνω στο τραπέζι της κουζίνας.

Μήνυμα της πολιτικής προστασίας "Εκκενώστε την περιοχή. Φωτιά!"

Έτρεξε στην κρεβατοκάμαρα πανικόβλητη πήρε μια άδεια βαλίτσα κι άρχισε να μαζεύει ό,τι πίστευε ότι θα ήταν απαραίτητο, ενώ συγχρόνως φώναζε στον άντρα της να ξυπνήσει, ενώ εκείνος δεν ξυπνούσε με τίποτα. Σταμάτησε να του φωνάζει και συνέχισε να μαζεύει στη βαλίτσα ρούχα, τα χρυσαφικά της κι ό,τι χαρτιά θεωρούσε ότι έπρεπε να σώσει.

Θα χρειαζόταν και δεύτερη βαλίτσα οπωσδήποτε, άρχισε να ψάχνει για μια ακόμη βαλίτσα όταν από τον θόρυβο που έκανε ξύπνησε ο άντρας της.

"Γιατί φτιάχνεις βαλίτσες; Που θα πας; Με εγκαταλείπεις γαιδούρα;" άρχισε να φωνάζει. Δεν πρόλαβε να του απαντήσει. Είχε ήδη ορμήσει πάνω της με μένος κι έσφιγγε με δύναμη το λαιμό της. Δεν χρειάστηκαν παρά μόνο λίγα δευτερόλεπτα για να πετάξει η ψυχή της.

Τον έβλεπε από ψηλά τώρα να κρατάει το άψυχο σώμα της κι ύστερα την φωνή της παρουσιάστριας στην τηλεόραση να αναγγέλει.

" Δεκατέσσερις... Δεκατέσσερις γυναίκες αυτό το χρόνο δολοφονήθηκαν από τους συντρόφους τους" και τον άντρα της να φωνάζει μπροστά στην κάμερα.

"Ήταν ατύχημα... δεν ήξερα ότι ετοίμαζε τις βαλίτσες για εκκένωση λόγω πυρκαγιάς! Νόμιζα ότι με εγκατέλειπε! Ήταν ατύχημα σας λέω! Έχασα την γυναίκα μου, κάηκε και το σπίτι μου!!"


Ξύπνησε μούσκεμα στον ιδρώτα.

Κοίταξε γύρω της!

Όνειρο ήταν ευτυχώς!

Τι ζωντανό όνειρο ήταν αυτο;!!!

Άνοιξε την τηλεόραση.

Η παρουσιάστρια έλεγε...

"Δεκατρείς... δεκατρείς γυναίκες δολοφονήθηκαν αυτό το χρόνο από τους συντρόφους τους"

Σύμπτωση θα είναι σκέφτηκε κι ετοιμάστηκε να βάλει το φαγητό όταν χτύπησε το τηλέφωνο...

Ήταν η κόρη της...

"Μαμά, θα μπορέσεις να έρθεις να κρατήσεις για λίγο τον μικρό;

"Στο γιατρό θα πάτε;"

"Ναι, που το ξέρεις; Κι η κοπέλα που θα κρατούσε το μωρό αρρώστησε και..."

"Θα έρθω, σε μια ωρίτσα το πολύ θα είμαι σπίτι σας".

"Αχ ευχαριστώ μαμά, τα λέμε..."


Έπαιζε με τον εγγονό μέχρι το μεσημέρι που γύρισαν από το γιατρό η κόρη της κι ο γαμπρός της.

"Μαμά, σου έχουμε ευχάριστα! Θα γίνεις πάλι γιαγιά! Και μάλλον είπε ο γιατρός θα είναι κορίτσι! Αν είναι κορίτσι ο Βασίλης είπε θα την βαφτίσουμε με δικό σου όνομα."

"Γερό να είναι, δε με ενδιαφέρουν εμένα τα ονόματα, μόνο γερό κι ευτυχισμένο στη ζωή του, είτε κορίτσι είτε αγόρι. Με το καλό κορίτσι μου, με έναν πόνο εύχομαι να το γεννήσεις!" 

"Συγνώμη που αργήσαμε μαμά, θα σε πάει ο Βασίλης σπίτι να μην σε ψάχνει κι ο μπαμπάς"

"Α, όχι δε θα φύγω, εκτός κι αν θέλετε να με διώξετε εσείς. Ο μπαμπάς σου θα βγει με τους φίλους του μετά την δουλειά οπότε δε βιάζομαι".

"Τέλεια! Θα φάμε παρέα τότε".

"Και θα παίξω κι άλλο με την γιαγιά, δε θα κοιμηθώ το μεσημέρι" φώναξε ο μικρός χαρούμενος.

Δεν άντεξε όμως πολύ, μόλις έφαγαν του διάβασε η γιαγιά του κι ένα παραμύθι και ίσα που τελείωσε το παραμύθι τον πήρε κι αυτόν ο ύπνος.

Το ζευγάρι έπεσε κι εκείνο για ύπνο ενώ εκείνη βγήκε στο μπαλκόνι και κοίταγε τον ουρανό για ώρα.

Είχε πάει έξι το απόγευμα και μπορεί να μην μύριζε εδώ ακόμη τον καπνό αλλά ψηλά στον μακρινό ορίζοντα είχε αρχίσει να αχνοφέγγει πάνω στο βουνό μια έντονα κόκκινη λάμψη.

Μετά από λίγο ξύπνησαν και οι υπόλοιποι.

"Θα πιούμε καφέ και μετά θα σε πάω σπίτι μητέρα" της είπε ο γαμπρός της και συμφώνησε χαμογελώντας.

"Θα έρθουμε όλοι μαζί βόλτα, να πούμε και στον μπαμπά τα ευχάριστα" είπε κι η κόρη της.

Γύρω στις εφτάμιση ξεκίνησαν για το σπίτι της, μα στο μισό της διαδρομής είχε μπλόκο της αστυνομίας στο δρόμο. Ο γαμπρός της βγήκε από το αμάξι να πάει να ρωτήσει τι γίνεται.

"Έχει πιάσει φωτιά η περιοχή λένε, δεν μπορούμε να περάσουμε, πρέπει να γυρίσουμε πίσω"

"Ο μπαμπάς!" ψέλλισε τρομαγμένη η κόρη της.

"Μην ταράζεται κορίτσι μου, δεν είναι μωρό ο μπαμπάς σου, θα είδε την φωτιά και θα έφυγε από το σπίτι. Τους ειδοποίησαν όλους είπαν με μήνυμα στο κινητό".

" Και που πήγε; Γιατί δεν ήρθε σπίτι μας; Πάρε τον τηλέφωνο μαμά;"

Το τηλέφωνο χτύπησε ξανά και ξανά αλλά κανείς δεν το σήκωσε.

"Δεν απαντάει, ίσως στην βιάση του να φύγει το ξέχασε σπίτι"

"Ξαναπάρε, μαμά ξαναπάρε".


Την επόμενη μέρα η παρουσιάστρια του κεντρικού δελτίου είχε για πρώτη είδηση την φωτιά.

"Βρέθηκε καμένος ένας άντρας στο κρεβάτι του! Το σπίτι κάηκε ολοσχερώς! Εικάζεται ότι μάλλον η φωτιά τον βρήκε ενώ κοιμόταν και δεν πρόλαβε να γλυτώσει!"

Η γυναίκα του φανερά στεναχωρημένη έλεγε στους δημοσιογράφους

"Έλειπα στην κόρη μου, πήγα να προσέξω τον εγγονό μου, δεν ανοίξαμε την τηλεόραση δεν ξέραμε καν ότι έπιασε φωτιά στην περιοχή, όταν το μάθαμε τηλεφωνούσαμε αλλά δεν σήκωνε ο άντρας μου το κινητό. Που να ήξερα η καημένη ότι καιγόταν το σπίτι μου! Αλλά ποιος νοιάζεται για το σπίτι; Τα σπίτια γίνονται ξανά, οι άνθρωποι δε γίνονται! Έχασα τον άντρα μου, το στήριγμα μου!"


Δεύτερη είδηση παρέμεναν οι δολοφονίες.

"Δεκατρείς... γυναίκες βρέθηκαν δολοφονημένες αυτό το χρόνο από τους συντρόφους τους...

Είχαν παραμείνει δεκατρείς...

Για πόσο ακόμη δε θα αργήσουμε να μάθουμε...

Γιατί τα σημαδιακά όνειρα και η φωτιά δεν γλυτώνουν πάντα ένα θύμα...

Μόνο το θύμα μπορεί...


Σοφία Τανακίδου

25/11/21

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2023

Όταν πέφτουν οι κεραυνοί.

 




Η Αφροδίτη δεν είχε ιδιαίτερη αγάπη στο διαδίκτυο, ούτε φεισμπουκ, ούτε ινσταγκραμ, της άρεσαν όμως τα παιχνίδια. Εκεί ανάμεσα στα διαλείμματα από την καθημερινή δουλειά και κάποια μοναχικά βράδυα όταν όλη η οικογένεια κοιμόταν έπαιζε στο διαδίκτυο το αγαπημένο της. Δεν ήταν κάποιο ιδιαίτερο παιχνίδι, περισσότερο για να ξεκουράζει το μυαλό της από τα προβλήματα και να ηρεμεί το άρχισε... και κόλλησε... και μιας και το παιχνίδι ήταν ομαδικό αποφάσισε να φτιάξει και την δική της ομάδα που της έδωσε το όνομα της πόλης που μεγάλωσε και αγαπούσε! Έτσι όσοι αγαπούσαν το ίδιο αυτή την πόλη άρχισαν σιγά σιγά να μπαίνουν στην ομάδα της. Το όριο ήταν 50 άτομα! 

Πρώτος μπήκε ο Οδυσσέας! Δεν ήξερε η Αφροδίτη αν ήταν το αληθινό του όνομα αλλά το θεώρησε και λίγο συμπτωματικό...

"Οδυσσέα λες να βρούμε την Ιθάκη;" τον πείραξε...

Αλήθεια που να βρίσκεται άραγε η Ιθάκη του καθενός; αναρωτήθηκε.

Μέρα με την μέρα η ομάδα μεγάλωνε, κάποιοι απλώς έμπαιναν και έπαιζαν χωρίς καν να χαιρετούν στο τσατ του παιχνιδιού, αλλά υπήρχαν κι αυτοί οι λίγοι που καλημέριζαν κάθε πρωί ανελλιπώς, όπως ο Οδυσσέας, η Αγγελική, η Βάσω, η Βασιλική, η Βάντα, η Αναστασία, η Σοφία, η Έλενα, ο Χρήστος, η Χριστίνα, η Κατερίνα, η Δάφνη, η Δανάη... κι άλλοι πολλοί κατά καιρούς...

Υπήρχαν κι αυτοί που έμπαιναν σαν κατάσκοποι από άλλες ομάδες για να ελέγξουν πως παίζανε το παιχνίδι και πως κατόρθωναν πάντα στα τουρνουά να είναι στις πρώτες θέσεις αν και σχεδόν κανείς τους δεν πλήρωνε για να μπορεί να ξεπεράσει τους άλλους...

Η μικρή αυτή ομάδα που μιλούσε καθημερινά στο τσατ ήξερε ποιοι είναι οι κατάσκοποι αλλά πάντα τους καλό δέχονταν και συνέχιζαν να δίνουν τα φώτα τους πώς να παιχτεί το παιχνίδι, χωρίς να τους ενδιαφέρει αν κάποια στιγμή θα βρεθούν αντίπαλοι. Εξάλλου στα τουρνουά τα ατομικά έπαιζαν πολλές φορές αντίπαλοι κι από την ίδια ομάδα και ξεσήκωναν ο ένας τον άλλο να παίξει για να τους ξεπεράσει...

Έναν χρόνο σχεδόν έπαιζαν και μιλούσαν στο τσατ χωρίς να γνωρίζει ο ένας τον άλλον, μοιράστηκαν όμως μικρές χαρές, γενεθλίων, γιορτών, γάμων και γεννήσεων έτσι στο άγνωστο...

Ώσπου μια μέρα ένας παίκτης έγραψε το αληθινό του όνομα και την ίδια στιγμή έγιναν έξω από το τσατ δεκάδες αιτήματα φιλίας όσων είχαν φεισμπουκ.

Η Αφροδίτη όμως δεν είχε... ούτε ο Οδυσσέας...

Είναι άδικο είπε η Αφροδίτη οι πρωτεργάτες της ομάδας να μείνουν απέξω...

"Ποιοι είναι από την πόλη μας;" ρώτησε "και ποιοι μπορούν να έρθουν στην πόλη μας;"

Όλοι μπορούσαν! Ακόμη και αυτοί που έμεναν μακριά...

Όλοι όσοι καλημέριζαν...

Γιατί όλα από μια καλημέρα αρχίζουν...

Κι οι καλύτερες φιλίες από ένα παιχνίδι...

Γιατί... τι είναι η Ιθάκη;

Η Ιθάκη είναι ο δρόμος που σε οδηγάει στον άνθρωπο!

Και δεν έχει σημασία από πού ξεκινάς για να τον βρεις... από ένα απρόσωπο φεισμπουκ; από ένα απρόσωπο παιχνίδι στο ίντερνετ; από ένα καλημέρα στο τσατ;

Αυτό που έχει σημασία είναι το αποτέλεσμα...

"Δεν φανταζόμουν ποτέ όταν έφτιαξα αυτή την ομάδα ότι θα γνώριζα τόσο υπέροχα χαμόγελα!" είπε η Αφροδίτη όταν τους γνώρισε από κοντά εκείνο το βροχερό απόγευμα που δεκάδες κεραυνοί είχαν φωτίσει το δικό της χαμόγελο!

Γιατί όταν πέφτουν οι κεραυνοί μόνο κερδίζεις Αφροδίτη!

Κι η πρωτιά είναι αυτά τα χαμόγελα...


Σοφία Τανακιδου 

Δευτέρα 20 Νοεμβρίου 2023

Θηλιά

 



Και τώρα...

που άνοιξε η πόρτα και μπορείς να πετάξεις

και να φτάσεις ως εκεί που η επιθυμία σου ονειρεύτηκε...

Γιατί στέκεσαι;

Γιατί δεν προχωράς;

Γιατί το βήμα σκοντάφτει

κι η ψυχή δεν τολμά να πετάξει;

Γιατί τα φτερά βαραίνουν;

Να δες...

Σπασμένες κομμάτια οι αλυσίδες μετέωρες στέκουν δεν σε ακουμπάνε

Να δες...

Και τα τέρατα στων παραμυθιών τις σελίδες ξαναχώθηκαν μια για πάντα.

Μα αυτή η αόρατη κλωστή που δεν βλέπει κανείς αυτή... 

ακόμη δεμένο σε κρατά... 

διαλύει τα φτερά... 

Βήμα, κενό, βουτιά...

Κι απ' την αρχή ξανά...

τις αλυσίδες κρίκο κρίκο ενώνει στο λαιμό ακόμη πιο σφικτά θηλιά...