Κρεμάει το παλτό του.
Τα κορδόνια του λύνει.
Τα παπούτσια να βγάλει.
Στις μύτες πατάει
Να μη τη ξυπνήσει.
Ξαπλώνει στο κρεβάτι
Πάντα δεξιά της.
Εκεί στη γωνίτσα στην άκρη.
Να μην ενοχλήσει.
Το πρωί ετοιμάζει
Τον πρώτο καφέ τους.
Γλυκό όπως τον πίνει.
Και το κουλουράκι
Στο πλάι.
Ο καφές στο φλυτζάνι του
Άδειος.
Ο δικός της ακόμα γεμάτος.
Με το κουλουράκι στο πλάι.
-Δεν θα πιεις; τη ρωτάει
Μα δεν απαντάει.....
-Δεν θα φας; τη ρωτάει
Μα δεν απαντάει....
Βγαίνει στο δρόμο
Στο γνώριμο μέρος της πάει.
Εκεί που του είπαν
-Εδώ θα ανάβεις το καντηλάκι.
Πάνω στο μάρμαρο
Έχει σκαλισμένο
Το όνομα της.
Ανάβει το φιτίλι
Στη φλόγα σαστίζει.
-Τι θέλω εδώ; ψιθυρίζει
Και πέρνει το δρόμο ξανά πάλι πίσω...
Κρεμάει το παλτό του.
Τα κορδόνια του λύνει.
Τα παπούτσια να βγάλει.
Στις μύτες πατάει
Να μη τη ξυπνήσει.
Ξαπλώνει στο κρεβάτι.
Πάντα δεξιά της.
Εκεί στη γωνίτσα στην άκρη
Να μην ενοχλήσει....
Σοφία Τανακίδου
6/10/17
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου